Αύξηση της τάξης του 2%-3% ετησίως σημειώνεται κάθε χρόνο στη συχνότητα εμφάνισης της Σκλήρυνσης κατά Πλάκας (ΣΚΠ) σε όλο τον κόσμο και αυτό γίνεται κυρίως σε βάρος των γυναικών. Στην Ελλάδα, ο επιπολασμός (συχνότητα εμφάνισης) της νόσου είναι περίπου 60 άτομα ανά 100.000 πληθυσμού, ενώ είναι πολύ μεγαλύτερος σε χώρες όπως η Σουηδία (200/100.000) και η Ελβετία (150/100.000).
 Τα νέα φάρμακα που κυκλοφορούν δίνουν ελπίδες για καλύτερα αποτελέσματα ή ακόμη και για οριστική θεραπεία σε ορισμένες περιπτώσεις, ενώ προς το παρόν τουλάχιστον δεν υπάρχουν ελπίδες για εξάλειψη της νόσου με αρχέγονα κύτταρα ή γονιδιακή θεραπεία.
   Τα παραπάνω επισημαίνει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διακεκριμένος καθηγητής νευρολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας Λουδοβίκος Κάππος, ο οποίος αναγορεύτηκε, χθες, επίτιμος διδάκτωρ του Ιατρικού Τμήματος της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ.

   "Διεθνώς υπάρχουν ορισμένες στατιστικές που λένε ότι υπάρχει μία αύξηση στην εμφάνιση της ΣΚΠ κατά 2-3% τον χρόνο και το δυσάρεστο είναι ότι αυτή η αύξηση παρατηρείται σε σχετικά μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών. Δεν υπάρχει πραγματική εξήγηση γι' αυτό. Έχει να κάνει με τον τρόπο ζωής. Δείχνει ότι δεν είναι μόνο τα γονίδια που παίζουν έναν ρόλο, αλλά παίζουν ρόλο και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Δηλαδή έχει αλλάξει το περιβάλλον για τις γυναίκες σε πολλά και αυτό ίσως οδηγεί στην συχνότερη εμφάνιση της ΣΚΠ σε αυτές" σημειώνει ο κ. Κάππος.

   Αναφερόμενος στη φαρμακευτική αντιμετώπιση της νόσου λέει: "Νομίζω ότι έχουμε τώρα στη διάθεσή μας μια σειρά από φάρμακα, τα οποία μας δίνουν την ελπίδα ότι θα έχουμε ακόμη καλύτερα αποτελέσματα σχετικά με τη θεραπεία, κυρίως στη ΣΚΠ, που είναι στην υποτροπιάζουσα μορφή της. Εκεί που έχουμε ακόμα δυσκολίες, και δεν υπάρχουν ακόμη αποδεδειγμένα αποτελεσματικά φάρμακα, είναι στη δευτερογενώς προϊούσα μορφή, όπου έχουμε μια συνεχή επιδείνωση, αλλά και εκεί βλέπουμε τις πρώτες ελπίδες.

Ένα μέρος από τις νέες θεραπείες είναι από στόματος και από την άλλη πλευρά υπάρχουν μερικές πιο αποτελεσματικές θεραπείες, που είναι ενέσιμες, οι οποίες χορηγούνται κυρίως ενδοφλεβίως και υποδορίως. Το καλό με τις από στόματος θεραπείες είναι ότι εκτός από το ότι είναι πιο βολικές και πιο καλά ανεκτές για τους ασθενείς, οι συγκριτικές μελέτες έχουν δείξει ότι υπερέχουν".¨

   Σύμφωνα με τον κ. Κάππο, τα προσεχή 2-3 χρόνια θα αρχίσουν να χρησιμοποιούνται πιο αποτελεσματικά φάρμακα, αλλά και στρατηγικές θεραπείες, που θα δώσουν σε έναν σημαντικό αριθμό ασθενών τη δυνατότητα να έχουν καλύτερα αποτελέσματα. Τα φάρμακα που θα κυκλοφορήσουν στο εγγύς μέλλον θα στοχεύουν σε μια πιο δραστική μείωση της φλεγμονώδους ενέργειας της ασθένειας, αλλά και της εκφυλιστικής πλευράς της, δηλαδή στη μείωση της ατροφίας και γενικότερα της βλάβης στο κεντρικό νευρικό σύστημα.

Στην ερώτηση αν στο απώτερο μέλλον θα μπορέσει να υπάρξει οριστική θεραπεία για τη ΣΚΠ, απαντά:
   "Ήδη, μερικές από τις θεραπείες τουλάχιστον υπόσχονται ότι σε έναν αριθμό ασθενών ίσως είναι και ίαση, αλλά αυτό πρέπει να φανεί στην πρακτική και είναι κάτι μακροπρόθεσμο. Δηλαδή μπορεί να σταματήσουν την εξέλιξή της και ο οργανισμός να 'επισκευάσει' τη βλάβη, διότι ξέρουμε ότι ο οργανισμός -και ιδιαίτερα το κεντρικό νευρικό σύστημα- ως και σε μεγαλύτερη ηλικία έχει τη δυνατότητα να ξαναβελτιώσει την κατάσταση. Γίνονται διεθνώς μελέτες, με τη συμμετοχή και ελληνικών κέντρων.
Από τη μια πλευρά γίνονται διπλές τυφλές μελέτες κυρίως για καινούργια φάρμακα και από την άλλη, αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια συνεχής και συστηματική παρακολούθηση των ασθενών επί χρόνια, και αυτό μπορεί να γίνει σε συνεργασία και με τους οργανισμούς που αντιπροσωπεύουν τους ασθενείς με ΣΚΠ. Η ΣΚΠ είναι χρόνια νόσος, θα πρέπει ο ασθενής να μην έρχεται σε μας περιστασιακά ή όταν μας έχει ανάγκη και ίσως είναι αργά, αλλά να μας επισκέπτεται συστηματικά ώστε να βλέπουμε το αποτέλεσμα της θεραπείας".

   Η απάντηση που δίνει στην ερώτηση αν υπάρχει ενδεχόμενο θεραπείας της ΣΚΠ με αρχέγονα κύτταρα ή με γονιδιακή θεραπεία είναι: "Γίνονται και σε αυτό μελέτες. Προσωπικά, δεν έχω μεγάλη ελπίδα ότι με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε τουλάχιστον τα επόμενα χρόνια. Υπάρχουν, όμως, ορισμένες μελέτες περιορισμένου βαθμού που ασχολούνται με αυτά. Και φυσικά εάν γίνει αυτό, θα είναι κάτι το γενικό και όχι μόνο για τη ΣΚΠ".

   Ο καθηγητής Λουδοβίκος Κάππος γεννήθηκε στο Erlangen της Γερμανίας το 1953. Πέρασε τη μαθητική του ζωή σε σχολεία της Αθήνας και αποφοίτησε από ελληνικό γυμνάσιο το 1970. Φοίτησε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Würzburg της Γερμανίας, ενώ παράλληλα εξειδικεύθηκε στην ψυχολογία και την ψυχοθεραπεία. Η ακαδημαϊκή του καριέρα ξεκίνησε το 1980 στο Πανεπιστήμιο Würzburg και εξελίχθηκε στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας στην Ελβετία, όπου αναγορεύτηκε καθηγητής Νευρολογίας, το 1994, στον τομέα της κλινικής νευροανοσολογίας.

Από το 2008 έως και σήμερα, κατέχει την έδρα του τομέα της νευρολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας. Από το 1980 συμμετέχει ενεργά σε εξειδικευμένα επιστημονικά προγράμματα στους τομείς της νευροογκολογίας, νευροβιολογίας, νευροανοσολογίας και νευρογενετικής. Η εμπειρία του καλύπτει πολλούς ιδιαίτερους τομείς, όπως η μαγνητική τομογραφία, η νευρολογική αναπηρία και η νευροψυχολογία. Έχει συντάξει περισσότερα από 600 άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά και βιβλία, περισσότερα από 950 abstracts και έχει συμμετάσχει ως προσκεκλημένος σε τουλάχιστον 600 σεμινάρια και διαλέξεις.

Η πολύτιμη συμβολή του στον τομέα της Πολλαπλής Σκλήρυνσης έχει αναγνωρισθεί μέσω των πολλών διακρίσεων και βραβείων που έχει λάβει τα τελευταία 32 χρόνια από καταξιωμένους φορείς, αλλά και μέσω των σημαντικών του ρόλων σε αναγνωρισμένους οργανισμούς, όπως οι ENS, ECTRIMS και European Charcot Foundation, μεταξύ πολλών άλλων.


Πηγή: www.imerisia.gr