Η οπτική νευρίτιδα είναι η φλεγμονή του οπτικού νεύρου που μπορεί να προκαλέσει μια πλήρη ή μερική απώλεια της όρασης. Όταν εμφανίζεται με οίδημα της οπτικής θηλής , ο όρος που χρησιμοποιείται είναι πρόσθια οπτική νευρίτιδα. 

Όταν η οπτική θηλή φαίνεται φυσιολογική, χρησιμοποιούνται οι όροι οπισθοβολβική οπτική νευρίτιδα. Η οξεία οπτική νευρίτιδα είναι μακράν ο πιο κοινός τύπος της οπτικής νευρίτιδας και είναι η πιο συχνή αιτία της δυσλειτουργίας του οπτικού νεύρου σε νεαρούς ενήλικες.

Δημογραφικά

Η ετήσια συχνότητα εμφάνισης της οξείας οπτικής νευρίτιδας εκτιμάται να είναι μεταξύ 1 και 5 ανά 100.000 κατοίκους. Η οπτική νευρίτιδα επηρεάζει συνήθως τους νέους ηλικίας 18-45 ετών , με μέσο όρο ηλικίας τα 30-35 χρόνια. Υπάρχει μια ισχυρή γυναικεία υπεροχή.

Αιτιολογία

Η πιο συνηθισμένη αιτιολογία είναι η σκλήρυνση κατά πλάκας (MS). Έως 50% των ασθενών με σκλήρυνση κατά πλάκας θα αναπτύξουν ένα επεισόδιο οπτικής νευρίτιδας. Η παρουσία απομυελινωτικών βλαβών της λευκής ουσίας στη μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου κατά τη στιγμή της παρουσίασης της οπτικής νευρίτιδας είναι ο ισχυρότερος προγνωστικός παράγοντας για την ανάπτυξη κλινικά βέβαιης σκλήρυνσης κατά πλάκας. Σχεδόν οι μισοί από τους ασθενείς με οπτική νευρίτιδα παρουσιάζουν βλάβες της λευκής ουσίας σύμφωνες με σκλήρυνση κατά πλάκας. Στα πέντε χρόνια παρακολούθησης, ο συνολικός κίνδυνος εκδήλωσης σκλήρυνσης κατά πλάκας είναι 30%, με ή χωρίς βλάβες στην μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου (MRI).

Οι ασθενείς με φυσιολογική MRI παρουσιάζουν σε ένα ποσοστό (16%) αργότερα σκλήρυνση κατά πλάκας, αλλά σε χαμηλότερο ποσοστό σε σύγκριση με τους ασθενείς με τρεις ή περισσότερες βλάβες στην MRI (51%). Από την άλλη πλευρά, όμως, σχεδόν στους μισούς (44%) των ασθενών με οποιαδήποτε απομυελινωτική βλάβη στην MRI δεν θα αναπτυχθεί MS τα επόμενα δέκα χρόνια.

Κάποιες άλλες αιτίες οπτικής νευρίτιδας περιλαμβάνουν:

  ■  Λοιμώξεις (π.χ. σύφιλη, νόσο του Lyme, έρπης ζωστήρας).
  ■  Αυτοάνοσες διαταραχές (π.χ. λύκος).
  ■  Φλεγμονώδη νόσο του εντέρου.
  ■  Φάρμακα (π.χ. χλωραμφαινικόλη, αιθαμβουτόλη).
  ■  Άλλες παθήσεις όπως αγγειίτιδα διαβήτης.

Συμπτώματα

Σημαντικά συμπτώματα είναι η ξαφνική απώλεια της όρασης (μερική ή ολική), το θάμβος οράσεως, και ο πόνος κατά την κίνηση του πάσχοντος οφθαλμού. Πολλοί ασθενείς με οπτική νευρίτιδα μπορεί να χάσουν κάποια από τις αντιλήψεις των χρωμάτων τους στον πάσχοντα οφθαλμό (ειδικά το κόκκινο) και τα χρώματα να εμφανίζονται όχι τόσο διακριτά σε σύγκριση με το άλλο μάτι. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι το 92,2% των ασθενών εμφάνισαν πόνο, που προηγήθηκε από την απώλεια της όρασης στο 39,5% των περιπτώσεων.

ΕΞΕΤΑΣΗ

Οφθαλμολογική

Στην οφθαλμολογική εξέταση το οπτικό νεύρο μπορεί εύκολα να αξιολογηθεί με ένα οφθαλμοσκόπιο; Όμως συχνά δεν υπάρχει καμία ανώμαλη εμφάνιση της κεφαλής του νεύρου στην οπτική νευρίτιδα, αν και μπορεί να είναι οιδηματώδες σε ορισμένους ασθενείς. Σε πολλές περιπτώσεις, μόνο το ένα μάτι επηρεάζεται και οι ασθενείς δεν μπορούν να ταυτοποιήσουν την απώλεια της όρασης χρωμάτων έως ότου ο γιατρός τους ζητά να κλείσουν ή να καλύψουν το υγιές μάτι. Περίπου το ένα τρίτο των ασθενών με οξεία οπτική νευρίτιδα παρουσιάζουν σε κάποιο βαθμό οίδημα της οπτικής θηλής (Σχήμα 1). Ωστόσο, ο βαθμός διόγκωσης της οπτικής θηλής δεν σχετίζεται με τη σοβαρότητα της οπτικής νευρίτιδας ή την οπτική οξύτητα.


Το οίδημα της οπτικής θηλής είναι λιγότερο συχνό στα μάτια με οξεία οπτική νευρίτιδα από ότι στα μάτια με πρόσθια ισχαιμική οπτική νευροπάθεια. Η πλειοψηφία των ασθενών με οξεία οπτική νευρίτιδα παρουσιάζουν μια φυσιολογική οπτική θηλή στον προσβεβλημένο οφθαλμό, εκτός εάν είχε προηγηθεί παλαιότερο επεισόδιο οπτικής νευρίτιδας. Μετά από περίπου 4 έως 6 εβδομάδες, από τη στιγμή που ξεκίνησε το επεισόδιο της οπτικής νευρίτιδας, η οπτική θηλή μπορεί να αλλάξει χρωματισμό και να γίνει ωχρή. Η ωχρότητα μπορεί να είναι διάχυτη ή να βρίσκεται σε ένα συγκεκριμένο μέρος της οπτικής θηλής, τις περισσότερες φορές στη κροταφική περιοχή.

Οπτικά πεδία

Τα σκοτώματα (απώλειες) του οπτικού πεδίου μπορεί να κυμαίνονται από ήπια έως σοβαρά, μπορεί να είναι διάχυτα ή εστιακά, και μπορεί να αφορούν το κεντρικό ή το περιφερικό πεδίο.

Εξέταση MRI

Η πραγματική συνεισφορά της απεικόνισης για τον καθορισμό της οπτικής νευρίτιδας γίνεται με την μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο πιο πολύτιμος προγνωστικός παράγοντα για την ανάπτυξη μετέπειτα σκλήρυνσης κατά πλάκας είναι η παρουσία παθολογικών εστιών στη λευκή ουσία του εγκεφάλου (Σχήμα 3). Το 27 έως 70% (σε διάφορες μελέτες) των ασθενών με μεμονωμένη οπτική νευρίτιδα παρουσιάζουν παθολογικά ευρήματα στη μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου (όπως ορίζεται από 2 ή περισσότερα εστίες στη λευκή ουσία).


Ο ρόλος της ανάλυσης του εγκεφαλονωτιαίου υγρού στην αξιολόγηση των ασθενών με οξεία οπτική νευρίτιδα δεν είναι σαφής. Αν και η παρουσία Ολιγοκλωνικών ζωνών σχετίζεται με την ανάπτυξη της σκλήρυνσης κατά πλάκας, η ισχυρή προγνωστική αξία της μαγνητικής τομογραφίας του εγκεφάλου για την σκλήρυνση κατά πλάκας έχει μειώσει το ρόλο της οσφυονωτιαίας παρακέντηση για την αξιολόγηση των ασθενών με οπτική νευρίτιδα. Η οσφυονωτιαία παρακέντηση μπορεί να προσδιορίσει ένα πολύ χαμηλού κινδύνου ασθενών, στους οποίους τόσο το εγκεφαλονωτιαίο υγρό, όσο και η μαγνητική ήταν φυσιολογική.

Θεραπεία και πρόγνωση

Μεγάλο μέρος της γνώσης μας σχετικά την οπτική νευρίτιδα αποκομίσαμε από τη μελέτη Optic Neuritis Treatment Trial (ONTT). Σε αυτή τη μελέτη συμμετείχαν 455 ασθενείς με οξεία μονόπλευρη οπτική νευρίτιδα και τους παρακολουθήσανε για 15 χρόνια.

Στην μελέτη αυτή στα 5 έτη, εκδήλωση σκλήρυνσης κατά πλάκας είχαν το 16% των ασθενών με φυσιολογική MRI εγκεφάλου, το 37% με 1-2 εστίες στη μαγνητική, και 51% με 3 ή περισσότερες εστίες. Στα 10 χρόνια, η μόνη στατιστικά σημαντική διαφορά ήταν μεταξύ αυτών χωρίς εστίες στη μαγνητική (22% κίνδυνος εμφάνισης της σκλήρυνσης) και μία ή περισσότερες εστίες (56% κίνδυνος).

Οι απώλειες όρασης επιστρέφουν συνήθως κοντά σε φυσιολογικά επίπεδα μέσα σε οκτώ έως δέκα εβδομάδες, αλλά μπορεί να προχωρήσει σπάνια και σε μια πλήρη και μόνιμη απώλειας της όρασης. Ως εκ τούτου, η συστηματική ενδοφλέβια θεραπεία με κορτικοστεροειδή, τα οποία μπορεί να επιταχύνουν την επούλωση του οπτικού νεύρου, συχνά συνιστάται, αν και δεν έχουν σημαντική επίδραση στην οπτική οξύτητα, όταν συγκρίνεται με placebo(εικονικά φάρμακα). Η ενδοφλέβια χορήγηση κορτικοστεροειδή έχουν επίσης βρεθεί ότι μειώνουν τον κίνδυνο εκδήλωσης σκλήρυνσης κατά πλάκας στα επόμενα δύο έτη σε εκείνους τους ασθενείς οι οποίοι έχουν βλάβες στην MRI. Κατά παράδοξο τρόπο έχει αποδειχθεί ότι η από του στόματος χορήγηση κορτικοστεροειδών σε αυτή την κατάσταση μπορεί να οδηγήσει σε πιο συχνά επαναλαμβανόμενα επεισόδια από ό, τι στους ασθενείς που έλαβαν ενδοφλέβια θεραπεία.

Σε μια μελέτη με ιντερφερόνη βήτα-1α (Avonex) σε ασθενείς με οπτική νευρίτιδα με 2 ή περισσότερες εστίες στη λευκή ουσία του εγκεφάλου παρουσίασαν μειωμένο κίνδυνο εκδήλωσης σκλήρυνσης κατά πλάκας στα 3 χρόνια.


Πηγή: attiko.eu