“Είμαστε εν αναμονή, αυτή την εβδομάδα ίσως και την επόμενη, της υπουργικής απόφασης την οποία μετά και από δική μας πίεση, είχαμε μια θετική πρόταση από τον υπουργό πέρσι, η οποία έλεγε ότι ασθενείς οι οποίοι είναι πάνω από μία κλίμακα αναπηρίας, πέντε που λέμε, δεν χρήζουν επανεκτίμησης, εφόσον έχουν δύο μορφές οι οποίες είναι μέχρι στιγμής άνευ θεραπείας στην Ελλάδα” 

Γνωστοποιεί μέσω του Alpha 96,5 ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Σκλήρυνσης Κατά Πλάκας και ομότιμος καθηγητής Νευρολογίας του ΑΠΘ, Αναστάσιος Ωρολογάς.

Ειδικότερα από τους 14.000 καταγεγραμμένους ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας στην Ελλάδα, “οι 10.000 έχουν 12 φάρμακα που φρενάρουν τη νόσο μέχρι 80%” εξηγεί ο κ. Ωρολογάς, ωστόσο όπως λέει εν συνεχεία “για τους 4.000 που έχουν αυτές τις δύο μορφές, δεν έχουμε μέχρι στιγμής καμία θεραπεία που να κυκλοφορεί στην Ελλάδα” γεγονός το οποίο δεν ήταν δίκαιο διότι “αυτοί οι ασθενείς έπρεπε κάθε δύο χρόνια να περνάνε και να τους βλέπουν εκεί με καρότσια με όλη την ταλαιπωρία. Οπότε αυτό που επιθυμούμε τώρα σε αυτή την υπουργική απόφαση είναι να τους βγάλει αυτούς εφ’ όρου ζωής.”

Παράλληλα, “γενικότερα υπάρχει το αίτημα για όλες τις μορφές της νόσου, να βγει ένα επίδομα σκλήρυνσης κατά πλάκας, γιατί είναι μια νόσος η οποία κάθε ένας έχει διαφορετική μορφή από τα 2,5 εκατομμύρια κόσμου που υπάρχουν σε όλο τον κόσμο και να απαλλάσσει και τις επιτροπές και τους ασθενείς” επισημαίνει ακολούθως ο ομότιμος καθηγητής Νευρολογίας του ΑΠΘ.

Εξάλλου, ο κ. Ωρολογάς σχολιάζει τις αναφορές για το φάρμακο Gilenya της Novartis, κατά της σκλήρυνσης κατά πλάκας, οι οποίες περιλαμβάνονται στη δικογραφίας που έχει αποσταλεί στη Βουλή. Σε αυτήν γίνεται λόγος περί αποκλεισμού άλλων ανταγωνιστικών φαρμάκων από τον εθνικό κατάλογο φαρμάκων, ενώ ο πρώην υπουργός Υγείας του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέας Λοβέρδος σε δηλώσεις του στον ΣΚΑΪ στις 12/2 είπε πως δέχθηκε το καλοκαίρι του 2011 να εντάξει το Gilenya στον εθνικό κατάλογο, παρότι η τότε πολιτική όριζε να μην εντάσσεται κανένα νέο φάρμακο, λόγω πιέσεων των δανειστών. “Θυμάμαι ότι ήταν το πρώτο φάρμακο που κυκλοφόρησε και επειδή τα προηγούμενα 15 χρόνια υπήρχαν μόνο ενέσιμες θεραπείες και κάποιοι ασθενείς είχαν εξαντληθεί στο να τρυπιούνται μέρα παρά μέρα, μας λέγαν εμάς τους γιατρούς “δεν μπορώ άλλο σταματάω τη θεραπεία μου”.  Εμείς τους παρηγορούσαμε και τους λέγαμε άντε πλησιάζει θα έρθει και στην Ελλάδα. Τους παρηγορούσαμε να μπορούν να συνεχίσουν την ενέσιμη θεραπεία μέχρι να έρθει η καινούργια, η πρώτη απ’ το στόμα” αναφέρει ο κ. Ωρολογάς.

Πάντως, “ενδεχομένως να δημοσιεύαμε, να λέγαμε και να φωνάζαμε ότι οι ασθενείς χρειάζονται να έχουν τα φάρμακά τους γιατί υπήρχαν και πιέσεις ότι θα εξαντληθούν τα φάρμακα αργότερα, ότι λόγω του μνημονίου δεν θα χρηματοδοτούνται. Γινότανε ένας αγώνας κι από μας να δοθεί προτεραιότητα σε τέτοιες ασθένειες, όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, ο καρκίνος, να μη μείνουν οι ασθενείς χωρίς θεραπείες” θυμάται ο ομότιμος καθηγητής Νευρολογίας του ΑΠΘ.

Πιο συγκεκριμένα, ερωτηθείς για τις ανταγωνίστριες εταιρείες της Novartis το 2011, ο κ. Ωρολογάς απαντά πως “δεν υπήρχαν ανταγωνιστικά φάρμακα εκείνη την εποχή, δεύτερης γραμμής. Υπήρχε μία θεραπεία ενέσιμη, πριν από πέντε χρόνια η οποία κυκλοφορούσε, η Νέταλι Ζουμάμπι (σ.σ. natalizumab). Αυτό είναι και ισχυρότερο (από το Gilenya) και πιο επικίνδυνο όσον αφορά τις παρενέργειές του” και προσθέτει πως τα επόμενα χρόνια “τα υπόλοιπα φάρμακα ήταν πρώτης γραμμής. Οι άλλες δυο θεραπείες το Μπάτζιο και το Τεκφουντέρα (σ.σ. Teqfudera) κυκλοφόρησαν μετά, αλλά είναι φάρμακα πρώτης γραμμής. Δεν συγκρίνονται με αυτή τη θεραπεία που είναι δεύτερης γραμμής (σ.σ. το Gilenya).”

Όπως σημειώνει αμέσως μετά ο ίδιος “και προ του μνημονίου η θέση της Ελλάδας στην αντιμετώπιση της σκλήρυνσης κατά πλάκας στις 30 χώρες της Ευρώπης, ήταν κοντά στην Ελβετία, είχε πολύ καλή αντιμετώπιση η νόσος. Στη διάρκεια του μνημονίου και παρ’ όλες τις δικές μας προσπάθειες, κατακρημνιστήκαμε στις θέσεις κοντά στις ανατολικές χώρες”.


πηγή: www.alpha965.gr