Οι άνθρωποι είναι μουσικό είδος…

… στον ίδιο βαθμό που είναι και γλωσσικό είδος

Ο Oliver Sacks ονομάζει το ενδιαφέρον μας για τη μουσική  μουσικοφιλία, το οποίο κάνει την εμφάνισή του ήδη από τη βρεφική ηλικία (ακόμα και από την ενδομήτρια ζωή), απαντάται σε όλους τους πολιτισμούς και ανάγεται στις απαρχές του ανθρώπινου είδους.

Η καταγωγή της ανθρώπινης μουσικής δεν είναι τόσο εύκολα κατανοητή: γιατί εμφανίστηκε η μουσική, για ποιο λόγο, για ποιο σκοπό, ποια η χρησιμότητά της. Όταν οι ερευνητές ψυχολόγοι, οι νευροεπιστήμονες και οι βιολόγοι κάνουν λόγο για “χρησιμότητα” εννοούν κάτι που να εξυπηρετεί την επιβίωση του είδους, με βάση τα βιολογικά αίτια και σκοπούς, στη βάση της Δαρβινικής θεωρίας. Σύμφωνα με τη Δαρβινική θεωρία για την εξέλιξη και το μηχανισμό της φυσικής επιλογής, οι οργανισμοί που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον έχουν περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσουν, να αφήσουν απογόνους και, άρα, να κληροδοτήσουν τα χαρακτηριστικά τους στις επόμενες γενιές, σε σύγκριση με τους οργανισμούς που είναι λιγότερο καλά προσαρμοσμένοι.

Τα χαρακτηριστικά που προάγουν την προσαρμογή και την επιβίωση τείνουν να κληροδοτούνται και να αναπτύσσονται περαιτέρω  και, αντίστροφα, χαρακτηριστικά που βλέπουμε να κληροδοτούνται μπορούμε να συνάγουμε ότι εξυπηρετούν την επιβίωση και την προσαρμογή. Για παράδειγμα, το κελάηδημα των πτηνών έχει μια πολύ συγκεκριμένη χρησιμότητα και προσαρμοστική λειτουργία. Χρησιμοποιείται με συγκεκριμένο τρόπο στην ερωτοτροπία, δηλαδή το ζευγάρωμα, στην επίθεση και στην οριοθέτηση του ατομικού χώρου, λειτουργίες βασικές για την επιβίωση και ενστικτώδεις. Το κελάηδημα, λοιπόν, διαθέτει μια σχετικά σταθερή δομή και είναι, σε μεγάλο βαθμό, εγγεγραμμένο στο νευρικό σύστημα των πτηνών –παρότι υπάρχουν ορισμένα ωδικά πτηνά που μοιάζουν να αυτοσχεδιάζουν ή να τραγουδούν ντουέτα. Αντίθετα, στον άνθρωπο, δεν είναι προφανής η χρησιμότητα της μουσικής,  με βιολογικούς καθαρά όρους, η μουσική μοιάζει “άχρηστη”. Αυτός ο προβληματισμός επεκτείνεται σε πολλές μορφές τέχνης, δεν περιορίζεται στη μουσική. Μάλιστα, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η τέχνη είναι άχρηστη και αυτό ακριβώς την καθιστά τέχνη.

Με άλλους όρους, θα λέγαμε ότι η τέχνη είναι της τάξης της επιθυμίας και όχι της ανάγκης –δεν υπαγορεύεται από κάποια βιολογική ανάγκη, δεν υπόκειται σε κάποια ενστικτώδη νομοτέλεια. Αν επεκτείναμε ακόμη περισσότερο τη σκέψη αυτή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ενασχόληση με κάτι βιολογικά άχρηστο είναι ένα από τα στοιχεία που προσιδιάζουν στον άνθρωπο και τον διαχωρίζουν από τα άλλα είδη. Ο άνθρωπος βγαίνει από το βιολογικό προγραμματισμό και το σύστημα των ενστίκτων και κάνει κάτι μόνο και μόνο επειδή θέλει, επειδή του αρέσει, επειδή τον εκφράζει. Είναι μεν ένα ζώο, που όμως παράγει τέχνη και πολιτισμό. Ο άνθρωπος δεν είναι ότι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τη μουσική, δε θέλει να ζήσει χωρίς τη μουσική. Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι οι μουσικές μας ικανότητες –ή τουλάχιστον κάποιες απ’ αυτές– υπάρχουν χάρη στη χρήση ορισμένων εγκεφαλικών συστημάτων, τα οποία έχουν ήδη αναπτυχθεί για άλλους σκοπούς. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, η μουσική ικανότητα και η μουσική δεκτικότητα είναι υποπροϊόντα ή παραπροϊόντα άλλων ικανοτήτων που έχουν βιολογική σκοπιμότητα και γι’ αυτό αναπτύχθηκαν. Ένας ερευνητής (William James) λέει χαρακτηριστικά ότι η δεκτικότητά μας στη μουσική, όπως και άλλες πτυχές του “ανώτερου αισθητικού, ηθικού και πνευματικού μας βίου” μπήκαν στο μυαλό μας “από την πίσω πόρτα”. Ωστόσο, ορισμένες θεωρίες εντοπίζουν μια προσαρμοστική λειτουργία που έχει να κάνει με τη μουσική και ίσως ειδικότερα με το ρυθμό.

Οι θεωρίες αυτές συνδέουν τη μουσική με το συγχρονισμό. Σε ατομικό επίπεδο, ο συγχρονισμός έχει να κάνει με το συντονισμό των κινήσεων του σώματος, τόσο καθαυτών, όσο και σε σχέση με τα ερεθίσματα που λαμβάνονται από το περιβάλλον μέσω των αισθήσεων. Το στοιχείο αυτό συνδέεται αναμφισβήτητα με την προσαρμογή στο περιβάλλον και, άρα με την επιβίωση. Σε ατομικό επίπεδο, ο συγχρονισμός έχει να κάνει με το διαπροσωπικό  συντονισμό, ο οποίος εμπλέκεται στη σύναψη διαπροσωπικών δεσμών. Το ρόλο του συντονισμού στη διαπροσωπική συναλλαγή τον διακρίνουμε εμφανώς στην αλληλεπίδραση στα πλαίσια της σχέσης μητέρας-βρέφους, όπου απουσιάζει η λεκτική επικοινωνία και η συνδιαλλαγή βασίζεται ακριβώς στη σωματική επαφή και τη φροντίδα του σώματος του βρέφους. Εδώ, ο συντονισμός της μητέρας με τους ρυθμούς του βρέφους είναι ζωτικής σημασίας για την αρμονική αλληλεπίδραση.

Επίσης, ο συντονισμός εμπλέκεται στην ερωτική συμπεριφορά και τη σεξουαλική συναλλαγή. Οι ερωτικοί σύντροφοι καλούνται να λειτουργήσουν σαν δύο παρτενέρ σε ένα χορό, με τον κινητικό και συναισθηματικό συντονισμό που αυτό απαιτεί. Τέλος, σε συλλογικό επίπεδο, ο ρόλος του ρυθμού στην επίτευξη συλλογικού συντονισμού είναι εμφανής στη χρήση μουσικών οργάνων, κυρίως κρουστών, σε ομαδικές διαδικασίες που απαιτούν ακριβή συντονισμό, όπως η παρέλαση. Εάν λάβουμε υπόψη μας ότι η εγκατάσταση ενός σταθερού δεσμού μεταξύ μητέρας και βρέφους διασφαλίζει την επιβίωση του τόσο εύθραυστου ακόμα οργανισμού του νεογνού, ότι το επιτυχές ζευγάρωμα εξυπηρετεί αναπαραγωγικούς σκοπούς και ότι ο συλλογικός συντονισμός προωθεί τη συνεργασία της ομάδας τόσο σε καιρό ειρήνης, όσο και σε καιρό πολέμου, είναι εμφανές ότι ο συντονισμός συνδέεται έμμεσα με την προσαρμογή στο περιβάλλον και την επιβίωση. Αυτές δε οι μορφές διαπροσωπικού συγχρονισμού και οι επιδράσεις τους στο φυσικό και συναισθηματικό δέσιμο, μπορεί να συνδέονται με την έκκληση ορμονών, όπως είναι η ωκυτοκίνη, που εμπλέκονται στη σύναψη δεσμών και στα συστήματα μνήμης στον εγκέφαλο του ανθρώπου, καθώς και άλλων ειδών.

Με βάση τα παραπάνω, οι εν λόγω θεωρίες υποστηρίζουν ότι η μουσική αναδύθηκε ως μια πρωτόγονη μορφή επικοινωνίας, που ενδεχομένως προηγείται της γλώσσας και αυξάνει τη συνοχή των ανθρώπινων κοινωνιών, προς όφελος τόσο του ατόμου, όσο και του συνόλου της ομάδας. Μάλιστα, αυτή ακριβώς η διάσταση της μουσικής μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα στη Μουσικοθεραπεία, στα πλαίσια της οποίας αξιοποιούμε τη μουσική κυρίως ως μέσο που ενθαρρύνει την έκφραση, την επικοινωνία και το σχετίζεσθαι σε άτομα (παιδιά ή ενήλικες) που παρουσιάζουν δυσκολίες σε αυτούς τους τομείς.

ΓΡΑΦΕΙ Η ΑΝΝΑ ΝΤΙΖΟΥ
Σύμβουλος ψυχ. υγείας-μουσικοθεραπεύτρια|



Photo La musica non ha mai smesso :it.artscad.com
πηγή: psychorropia.gr