Καθώς τα περιστατικά ατόμων που προσβάλλονται από τον νέο ιό SARS-CoV-2 αυξάνονται παγκοσμίως, οι νευρολόγοι είναι σε εγρήγορση τόσο για πιθανές νευρολογικές επιπλοκές του ιού όσο και για την καθοδήγηση των ασθενών που ήδη πάσχουν από νευρολογικό νόσημα.

Ποια η σχέση του νέου ιού SARS-CoV-2 με το νευρικό σύστημα;

Η λοίμωξη COVID-19 έως τώρα φαίνεται να προσβάλλει πρωταρχικά το αναπνευστικό σύστημα με χαρακτηριστικά συμπτώματα βήχα, πυρετό, δύσπνοια και – σε μικρότερο αριθμό ατόμων – σοβαρή αναπνευστική ανεπάρκεια ή ακόμα και θάνατο. Αν και δε γνωρίζουμε ακόμα καλά όλο το φάσμα των κλινικών εκδηλώσεων του ιού, εντούτοις υπάρχουν ορισμένες πρώιμες ενδείξεις συμμετοχής από το νευρικό σύστημα, ειδικά στους βαρέως πάσχοντες. Το γεγονός αυτό υποστηρίζεται εμμέσως από την ήδη υπάρχουσα γνώση ότι η οικογένεια των κορονοϊών που προσβάλλουν τον άνθρωπο, μπορούν να προκαλέσουν βλάβη στο νευρικό σύστημα.

Ποιοι νευρολογικοί ασθενείς θεωρούνται υψηλού κινδύνου;

Άτομα που έχουν υψηλότερες πιθανότητες να νοσήσουν βαριά, ανήκουν στην κατηγορία ατόμων υψηλού κινδύνου και σε αυτούς περιλαμβάνονται ασθενείς με ορισμένα νευρολογικά νοσήματα, εκτός όσων πάσχουν από αναπνευστικά νοσήματα, σακχαρώδη διαβήτη και καρδιαγγειακά νοσήματα. Ασθενείς με Σκλήρυνση κατά Πλάκας, Νόσο Πάρκινσον, Αλτσχαιμερ, Νόσο Κινητικού Νευρώνα (ALS), και Βαρεία Μυασθένεια διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο και θα πρέπει να συμβουλεύονται το γιατρό τους για περαιτέρω οδηγίες, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες των επιμέρους επίσημων Νευρολογικών Εταιρειών.
Θα πρέπει να διακόπτεται η αγωγή στους νευρολογικούς ασθενείς υψηλού κινδύνου;

Έως τώρα δεν υπάρχει καμία επίσημη οδηγία για διακοπή των ανοσοτροποποιητικών ή ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων που λαμβάνουν οι νευρολογικοί ασθενείς και δεν θα πρέπει να γίνεται διακοπή της αγωγής εφόσον δεν συντρέχει σοβαρός λόγος, χωρίς ιατρική οδηγία. Συγκεκριμένα, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος αναζωπύρωσης του υποκείμενου νοσήματος με απότομη διακοπή της αγωγής.

Οδηγίες για ασθενείς με Σκλήρυνση κατά Πλάκας

Ειδικά για τους ασθενείς με Σκλήρυνση κατά Πλάκας σύμφωνα με τις οδηγίες της Ελληνικής Ακαδημίας Νευροανοσολογίας (ΕΛΛΑΝΑ), επισημαίνεται ότι:


  • Είναι ασφαλές να ξεκινήσει ή να συνεχίσει θεραπεία με ιντερφερόνη β -1α (Avonex, Plegridy, Rebif), ιντερφερόνη β-1β (Betaferon, Extavia), οξική γλατιραμέρη (Copaxone, Clift), τεριφλουνομίδη (Aubagio) και φουμαρικό διμεθυλεστέρα (Tecfidera). Όλα τα ανωτέρω μάλλον αυξάνουν ελάχιστα τον κίνδυνο για ιογενή λοίμωξη, αλλά σαφώς υπολείπεται του κινδύνου υποτροπής της νόσου επί διακοπής τους.
  • Ο κίνδυνος σε ασθενείς που λαμβάνουν φιγκολιμόδη (Gilenya) είναι μετρίως αυξημένος. Το ενδεχόμενο επανενεργοποίησης της νόσου μετά από διακοπή της θεραπείας πιθανότατα υπερβαίνει τον κίνδυνο λοίμωξης.
  • Η ναταλιζουμάμπη ( natalizumab, Tysabri) θεωρείται ασφαλής, ειδικά για τους anti-JCV – αρνητικούς ασθενείς. Ίσως είναι ασφαλέστερο να εφαρμοστεί πολιτική πιο αραιής χορήγησης (extended interval dosing) ανά 6-8 εβδομάδες του φαρμάκου.
  • Η χρήση της οκρελιζουμάμπης (ocrelizumab, Ocrevus) σχετίζεται με μετρίως αυξημένο κίνδυνο ιογενούς λοίμωξης, οπότε κι ο κίνδυνος νόσησης είναι ομοίως αυξημένος. Όμοια ισχύουν για τη χρήση Rituximab (MabThera)
  • Ο κίνδυνος είναι σαφώς αυξημένος σε ασθενείς που λαμβάνουν αλεμτουζουμάμπη (alemtuzumab, LEMTRADA) ή κλαδριβίνη (cladribine, MAVENCLAD). Συστήνουμε να μην ξεκινήσει αγωγή με κανένα από τα δύο φάρμακα όσο διάστημα διαρκεί η πανδημία της COVID-19.
  • Για τους ασθενείς που έχουν επιβεβαιωμένη λοίμωξη από τον SARSCoV-2 (εργαστηριακά επιβεβαιωμένη λοίμωξη ανεξαρτήτως κλινικών συμπτωμάτων και σημείων) ή πληρούν τα κριτήρια του ΕΟΔΥ για ύποπτο κρούσμα ή έχουν έρθει σε επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα, συνιστάται η άμεση διακοπή της αγωγής που λαμβάνουν (ενέσιμης ή από του στόματος).

Πηγή: www.euroclinic.gr